Αφιέρωμα: Σαπφώ Νοταρά

Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 20160 σχόλια

Η Σαπφώ Νοταρά δεν ζει πια στο 22 της πλατείας Κουμουνδούρου, εκεί που έμενε κάποτε για ένα φεγγάρι και η Φλέρυ Νταντωνάκη, ερχόμενη από τη Νέα Υόρκη. Τη Σαπφώ τη βρήκε νεκρή η αστυνομία σε κατάσταση αποσύνθεσης, σπάζοντας την πόρτα του διαμερίσματος της δυο μέρες μετά το θάνατο της. Και αν δεν υπήρχε εκείνος ο πατσατζής που της έδινε ένα πιάτο φαΐ, να ανησυχήσει με την απουσία της, ποιος ξέρει πότε θα...
την έβρισκαν. Το ημερολόγιο έδειχνε 11 Ιουνίου του 1985, ήταν 78 ετών με βεβαρημένη ήδη υγεία.
Κι ας είχε εμφανιστεί λίγα χρόνια πριν στη θεατρική Πορνογραφία του Μάνου Χατζιδάκι, που ''ανέβηκε στις 17 Οκτωβρίου του 1982 και κατέβηκε στις 8 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, λόγω ελλείψεως θεατών''!

Ο ερμηνευτής Ηλίας Λιούγκος είχε την τύχη να ηχογραφήσουν ντουέτο το τραγούδι ''Στην οδό του Μπλαμαντό'' του Χατζιδάκι σε στίχους του Ζαν- Πολ Σαρτρ, μεταφρασμένους από τον Αλέξη Σολομό. Κάτι που δε γνωρίζει πολύς κόσμος είναι ότι η Σαπφώ αδυνατούσε να κάνει την τραγουδίστρια και να συνοδεύσει τον Λιούγκο, γι' αυτό και τελικά απήγγειλε το κείμενο, ενώ ταυτόχρονα φωνητικό ''ισοκράτημα'' τής έκανε ο Μίνως Αργυράκης, ο σκηνογράφος της παράστασης!

Η ενασχόληση της με τον βελονισμό ως εναλλακτική μορφή θεραπείες από τις αρρώστιες που την έκαναν να υποφέρει, ακόμη και η έφεση της στην καφεμαντεία και την χαρτομαντεία, οδήγησαν πολλούς στο να τη χαρακτηρίσουν μετά θάνατον απόκοσμη γυναίκα, απομονωμένη μάγισσα, μεταφυσικό ον!

Λέγεται ακόμη πως δε χαριζόταν σε κανέναν, από τη μεγάλη Έλλη Λαμπέτη μέχρι τους αγενείς σερβιτόρους. Στην πρώτη, που έτυχε να παίξουν μαζί στο θέατρο και πολύ την ταλαιπωρούσε, της είχε πει να το βουλώσει και να κοιτάει τον καρκίνο της καλύτερα! Σε ένα σερβιτόρο, πάλι, που τη σερβίριζε και γελούσε, είχε πει το εξής: Τι γελάς βρε! Εδώ δεν είμαι ο ρόλος. Εδώ είμαι η κυρία Νοταρά! Είναι σα να σε συναντήσω εγώ στην Πανεπιστημίου, να σε γνωρίσω και να σου πω "φέρε μου γρήγορα ένα νερό"!
  
Ο επιστήθιος φίλος της, ποιητής Ματθαίος Μουντές, που λάτρεψε την ανάγνωση της στον Έρωτα στα χιόνια του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, θυμάται τα φορέματα της όλο μαύρες βούλες απ' τα καψίματα των τσιγάρων. Και τον χρόνο που περνούσε από πάνω της, όχι τόσο ως καταστροφέας της σωματικής της ευθυτένειας, όσο ως ρημαχτής της εσωστρεφικής της ζωής. Έχω, του εκμυστηρευόταν, στην κουζίνα από δω το ψυγείο, από κει ένα τραπέζι και στη μέση μια καρέκλα. Κάθομαι να καπνίσω ένα τσιγάρο και ξημερώνομαι ως το πρωί εκεί...
  
Όταν οι αστυνομικοί ερεύνησαν το μικρό διαμέρισμα της, εξετάζοντας την περίπτωση δολοφονίας, τα μόνα πράγματα που βρήκαν ήταν χαρτόκουτα στοιβαγμένα, πολλά χαρτόκουτα που δεν περιείχαν τίποτα απολύτως. Η ενασχόληση της με τον βελονισμό ως εναλλακτική μορφή θεραπείες από τις αρρώστιες που την έκαναν να υποφέρει, ακόμη και η έφεση της στην καφεμαντεία και την χαρτομαντεία, οδήγησαν πολλούς στο να τη χαρακτηρίσουν μετά θάνατον απόκοσμη γυναίκα, απομονωμένη μάγισσα, μεταφυσικό ον! Μου ακούγονται έως και χαριτωμένα όλα αυτά, μια προσπάθεια των άλλων, των βολεμένων, των κανονικών, των φυσικώς και πνευματικώς υγιών, εκείνων που βρήκαν τον άνθρωπο τους κι έχουν έναν ώμο ν' ακουμπάνε την πίκρα τους- που θα' λεγε και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος- να ξορκίσουν τα φαντάσματα της ανέραστης ερημιάς τους και της εντάφιας οδύνης τους.   Η Σαπφώ Νοταρά δεν ήταν απλά η Μαριγώ που χασμουριόταν προκαλώντας το θυμό της προληπτικής κυράς της στη Χαρτοπαίχτρα.

Ούτε η σουρεαλιστική καρικατούρα που φώναζε Καράτε! και ξυλοφόρτωνε άντρες στη σειρά. Δεν ήταν ακόμη εκείνη η στριφνή γυναίκα στο Συνοικία το Όνειρο, που όλη την ώρα έβριζε τον σύζυγο της- Μάνο Κατράκη ως ρεμπετασκέ, μα την ύστατη στιγμή η τρυφερότητα της προς το πρόσωπο του, έφερνε δάκρυα στα μάτια των θεατών. Περισσότερο ήταν ένα κινούμενο μπουρλότο που άνοιγε πόρτες, εισβάλλοντας και κουβαλώντας τον τρόμο μιας πηχτής και αδυσώπητης ερημιάς.

Όπως έγραψε ο Μουντές τον Δεκέμβριο του 1985, λίγους μήνες μετά την αναχώρηση της, ''η Νοταρά καλλιέργησε με πείσμα την ερημιά της σαν ένα φυτό εσωτερικού χώρου. Με ημίφως, άνυδρα και με μία σπαρακτική καρτερία''.
Η Σαπφώ Νοταρά με καταγωγή από την Βήσσανη Ιωαννίνων, γεννήθηκε το  1907 και πέθανε στην  Αθήνα 11 Ιουνίου 1985. Ηταν Ελληνίδα ηθοποιός, του κινηματογράφου και του θεάτρου. Το πραγματικό της επώνυμο ήταν Χανδάνου. Σπούδασε στην Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου και στη Δραματική Σχολή του Πειραϊκού Συνδέσμου. Το επώνυμο Νοταρά το πήρε από το δρόμο που βρισκόταν η δραματική σχολή στην οποία φοιτούσε.

Ως ηθοποιός πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο και συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της εποχής (Κοτοπούλη, Κατερίνα, Νέζερ, Λαμπέτη, Χορν). Εμφανίστηκε και σε πολλές κινηματογραφικές ταινίες. Αξέχαστη θα μείνει η επιβλητική της φωνή. Μεταξύ των ερμηνειών της περιλαμβάνεται ένα τραγούδι σε στίχους του Ζαν-Πωλ Σαρτρ και μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, με τίτλο "Στην Οδό του Μπλαμαντώ". Κύκνειο άσμα της αποτέλεσε η συνεργασία της με τον τελευταίο, στην "Πορνογραφία", το 1981. Πασίγνωστη έγινε και μέσα από τις ατάκες της, όπως το «Εδώ μέσα γίνονται Σόδομα και Γόμορρα» και το «Μπουρλότο».
Άφησε εποχή με τις ερμηνείες της στις ταινίες «Αχ, αυτή η γυναίκα μου», «Η χαρτοπαίχτρα», αλλά και στο θέατρο στην «Πορνογραφία» (1981) και στο ραδιόφωνο ως «Η κυρία Κυριακή» (η τελευταία ήταν ραδιοφωνική παραγωγή του Κώστα Π. Παναγιωτόπουλου).

Συνδεόταν με στενή φιλία με τον ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη και τον συγγραφέα Κώστα Ταχτσή.
Πέθανε εντελώς μόνη και αβοήθητη, σε διαμέρισμα που διέμενε επί της πλατείας Κουμουνδούρου, σημερινής πλατείας Ελευθερίας, στον αριθμό 22, το ενοίκιο του οποίου πλήρωνε κάποιος νέος επιχειρηματίας θαυμαστής της, που έμεινε όμως άγνωστος. Τη βρήκαν δύο ημέρες αργότερα μετά από αναζήτηση από παρακείμενο εστιατόριο που συνήθιζε να πηγαίνει. Η αστυνομία διέρρηξε την πόρτα και τη βρήκε νεκρή στις 13 Ιουνίου του 1985. Κηδεύτηκε σε στενό κύκλο στο Νεκροταφείο του Ζωγράφου παρουσία της Αλίκης Γεωργούλη και της Ντίνας Κώνστα. Οι μόνοι της απόγονοι ήταν ανίψια. Πληροφορίες lifo.gr & wikipedia.


Share this article :
 
Creation Template: ΑΚΤΙΟ ΒΟΝΙΤΣΑ PRESS |
Copyright © 2011. ΑΚΤΙΟ ΒΟΝΙΤΣΑ PRESS